Η Παγκόσμια Χρηματοπιστωτική Κρίση του 2008 δεν ήταν μια απλή οικονομική πτώση, αλλά η κατάρρευση ενός οικοδομήματος που βασίστηκε σε επισφαλείς υποσχέσεις. Όλα ξεκίνησαν στην αγορά ακινήτων των ΗΠΑ με τα στεγαστικά δάνεια που δόθηκαν σε άτομα με χαμηλή πιστοληπτική ικανότητα. Οι τράπεζες πήραν αυτά τα αβέβαια δάνεια και τα ανακάτεψαν με πιο ασφαλή. Έπειτα έφτιαξαν από αυτά “πακέτα” (τα λεγόμενα CDOs) και τα πούλησαν σε επενδυτές σε όλο τον κόσμο, λέγοντας ότι ήταν ασφαλή. Όταν όμως τα επιτόκια ανέβηκαν, πολλοί άνθρωποι δεν μπόρεσαν να πληρώσουν τα δάνειά τους. Η αξία αυτών των “πακέτων” μηδενίστηκε, αφήνοντας τις τράπεζες με "τοξικά" περιουσιακά στοιχεία και μια τρομακτική έλλειψη ρευστότητας. Ο πανικός πάγωσε τη διατραπεζική αγορά. Χωρίς ρευστότητα, το σύστημα ήταν έτοιμο να καταρρεύσει σαν ντόμινο.
Η Θεωρία του ΟΗΕ για τη Ρευστότητα
Τότε μπήκε στο παιχνίδι η «θεωρία» του Antonio Maria Costa, επικεφαλής του UNODC (Γραφείο Ηνωμένων Εθνών για τα Ναρκωτικά και το Έγκλημα) το 2009. Ισχυρίστηκε ότι δισεκατομμύρια δολάρια από τα κέρδη του οργανωμένου εγκλήματος, κυρίως από το εμπόριο ναρκωτικών, ήταν η μόνη διαθέσιμη ρευστότητα για ορισμένες τράπεζες στην κορύφωση της κρίσης. Το UNODC υπολόγιζε τον ετήσιο τζίρο των κερδών από τα ναρκωτικά περίπου στα $352 δισεκατομμύρια εκείνη την περίοδο. Καθώς η διατραπεζική αγορά είχε παγώσει, το βρόμικο χρήμα διοχετεύθηκε στο σύστημα, γεμίζοντας το κενό ρευστότητας και χρησιμεύοντας ως σωτήριο κεφάλαιο για ιδρύματα που ήταν στα πρόθυρα της χρεοκοπίας.
Η Συναλλαγή του Τρόμου: Πώς οι Τράπεζες Έπλυναν το Μαύρο Χρήμα για να Επιβιώσουν
Το μαύρο χρήμα «διψούσε» για νομιμοποίηση (ξέπλυμα). Οι τράπεζες, από την άλλη, είχαν απεγνωσμένα ανάγκη ρευστού. Σύμφωνα με τη θεωρία, το οργανωμένο έγκλημα βρήκε την ευκαιρία και χρησιμοποίησε τα τεράστια αποθέματα μετρητών του για να αγοράσει χρηματοοικονομικά προϊόντα ή να τα καταθέσει σε τράπεζες, προσφέροντας άμεση ρευστότητα σε ιδρύματα που την είχαν ανάγκη. Ως αντάλλαγμα, οι τράπεζες, μέσα στον πανικό, φαίνεται να παρέβλεψαν τους μηχανισμούς ελέγχου κατά του ξεπλύματος χρήματος. Αυτή η παράβλεψη ήταν τα στραβά στους εγκληματίες οπού κατάφεραν την νομιμοποίηση τεράστιων ποσών.
Πόσο Κοστίζει η Επιβίωση του Συστήματος;
Όλα αυτά οδηγούν στο κρίσιμο ηθικό ερώτημα: «Πόσο ηθικό μπορεί να διατηρηθεί το σύστημα όταν κινδυνεύει να καταρρεύσει». Η απάντηση είναι στο 2008, η επιβίωση του συστήματος ή αλλιώς, η αποφυγή μιας παγκόσμιας οικονομικής κατάρρευσης τέθηκε ως απόλυτη προτεραιότητα. Η ηθική περιθωριοποιήθηκε. Όταν η Wall Street κινδύνευσε, η ηθική έδωσε τη θέση της στην αποφυγή της κατάρρευσης με κάθε μέσο. Είτε μέσω κρατικών παρεμβάσεων, είτε μέσω της αποδοχής παράνομης ρευστότητας, ο στόχος ήταν ένας, να μη σταματήσει η καρδιά της παγκόσμιας οικονομίας.
Η πικρή αλήθεια
Το 2008 αποκάλυψε μια ζοφερή αλήθεια, μπροστά στην κατάρρευση, το «μαύρο» και το «άσπρο» χρήμα δεν είναι παρά δύο όψεις του ίδιου νομίσματος οπού έπαψαν να διαχωρίζονται. Η καρδιά του χρηματοπιστωτικού συστήματος αναγκάστηκε να καταπιεί δισεκατομμύρια από την παρανομία για να επιβιώσει, κάνοντας μια κυνική συμμαχία με τον εγκληματικό κόσμο. Το μάθημα είναι σκληρό: Όσο οι τράπεζες παραμένουν "Too Big to Fail" (Πολύ μεγάλες για να καταρρεύσουν), η ηθική τους πυξίδα θα δείχνει πάντα προς έναν βορρά -ειδικά στα δύσκολα-, τη διατήρηση της ροής των κεφαλαίων, αδιαφορώντας για την πηγή τους. Η κρίση του 2008 είναι, τελικά, η ιστορία του ακραίου πραγματισμού της απληστίας, όπου το έγκλημα αναδείχθηκε στον απρόθυμο σωτήρα της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής τάξης.